Γιατί πολλοί άνθρωποι είναι φτωχοί στις αναπτυσσόμενες χώρες;

1.
Oι άνθρωποι των αναπτυσσόμενων χωρών είναι φτωχοί γιατί αποκλείονται από τον πλούτο ο οποίος υπάρχει γενικά αλλά και συγκεκριμένα στις ίδιες τις χώρες τους. Πέρασαν οι εποχές κατά τις οποίες οι άνθρωποι πεινούσαν και πέθαιναν επειδή – λόγω των αφορίων, λόγω του ανεπαρκούς ελέγχου της φύσης, εξαιτίας περιορισμένων ιατρικών γνώσεων κτλ. – έλειπαν τα μέσα για την ικανοποίηση των πιο σημαντικών αναγκών τους. Σήμερα άνθρωποι λιμοκτονούν μπροστά από γεμάτες αποθήκες. Κάθε τηλεοπτικό δελτίο για τους λιμούς δείχνει ότι υπάρχει ο πλούτος. Και μόνο ο εξοπλισμός και η μετακίνηση των τηλεοπτικών συνεργείων που ενημερώνουν για την πείνα, οι δορυφόροι με τους οποίους αποστέλνονται τα δελτία στις μητροπόλεις είναι ακριβότερα από τα τρόφιμα που θα χόρταιναν τους πεινασμένους. Ακόμα και ο ΟΗΕ (Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών) ενημερώνει ότι υπάρχουν αρκετά τρόφιμα στον κόσμο για να χορτάσουν όλους τους ανθρώπους και αναμφίβολα σε περίπτωση ανάγκης θα μπορούσαν να παραχθούν περισσότερα. Πείνα υπάρχει μόνο εκεί που λείπουν τα χρήματα για να αγοράσει κανείς τα υπάρχοντα τρόφιμα. Το ίδιο ισχύει για άλλες βιοτικές ανάγκες – η έλλειψη ενός καλού σπιτιού, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, της παιδείας και των άλλων καταναλωτικών αγαθών. Αιτία για τον αποκλεισμό από τον πλούτο είναι η ατομική ιδιοκτησία. Αυτό το νομικό όργανο της κεφαλαιοκρατείας ισχύει σήμερα σε κάθε γωνιά της γης. Κάθε κομμάτι του φυσικού και του παραγόμενου πλούτου ανήκει σε κάποιον. Κάθε κομμάτι του κόσμου κυβερνάται από ένα καθεστώς που δίνει σε κάποιους πολίτες το δικαίωμα να διαθέτουν τα υλικά πλούτη όπως θέλουν και ταυτόχρονα απαγορεύει στους άλλους πολίτες, οι οποίοι χρειάζονται αυτά τα πλούτη, να τα αποκτήσουν. Το ότι τα αποθέματα τροφίμων λαφυραγωγούνται συνέχεια στην Αφρική δείχνει ότι όχι μόνο υπάρχει κάτι για να πάρει κανείς αλλά και ότι απαγορεύεται στους πεινασμένους να πάρουν ό,τι χρειάζονται.

2.
Στους φτωχούς δεν λείπουν μόνο τα καταναλωτικά αγαθά λόγω του αποκλεισμού τους απο τον πλούτο, τους λείπουν και οι πηγές του πλούτου, τα μέσα παραγωγής, δηλαδή τα εργαλεία της εργασίας με τα οποία θα μπορούσαν να παράγουν τα πράγματα που χρειάζονται. Το έδαφος, τα μέσα παραγωγής – συνεργεία, μηχανές, πρώτες ύλες – ανήκουν σε άλλα άτομα, στους λεγόμενους πλούσιους. Ο αποκλεισμός των ανθρώπων από τα μέσα παραγωγής εμφανίζεται διαφορετικά σε διάφορες χώρες του νότου, αλλά έχει πάντα το ίδιο αποτέλεσμα: οι νομάδες δεν μπορούν να συνεχίζουν τον τρόπο ζωής τους όταν οι γαιοκτήμονες τοποθετούν φράκτες και οι χώρες σύνορα και εξαιτίας αυτών δεν είναι πια δυνατή η αλλαγή της βοσκής των κοπαδιών των νομάδων.Σε κάποια άλλα μέρη, οι μικροί αγρότες παραμερίζονται από τα σχετικά εύφορα εδάφη προς όφελος των μεταλλευτικών βιομηχανιών,υδατοφραγμάτων ή φυτειών που παράγουν για την διεθνή αγορά. Στα άνυδρα, χωρίς άρδευση χωράφια που τους αφήνει το κράτος -επειδή δεν υπάρχει κανένα οικονομικό ισχυρό συμφέρον- αγωνίζονται για το καθημερινό ψωμί τους χωρίς την απαραίτητη τεχνική, και αρκετές φορές χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία. Επιπλέον, κάπου αλλού οι παραδοσιακοί χειροτέχνες – υφαντές, ράφτες, εργάτες στη μεταλλοβιομηχανία κτλ.– δεν έχουν καμιά πιθανότητα επιτυχίας απέναντι στα εισαγόμενα βιομηχανικά προϊόντα των πολυεθνικών ομίλων και επιχειρήσεων, άσχετα με το πόσο φτηνά είναι πρόθυμοι να εργαστούν. Τους λείπει η πρόσβαση στα μέσα παραγωγής που σήμερα είναι απαραίτητα για να πάρουν μέρος στον ανταγωνισμό για την αγοραστική δύναμη. Αυτοί οι άνθρωποι είναι άποροι και αβοήθητοι. Δεν μπορούν να εκτελέσουν την δουλειά η οποία τους είναι απαραίτητη ώστε να μπορούν να ικανοποιούν τις ανάγκες τους. Είναι προφανές επακόλουθο, ότι αυτό δεν έχει σχέση ούτε με τεμπελιά ούτε με επιμέλεια: εκατομμύρια άνθρωποι στον Τρίτο Κόσμο αγωνίζονται σκληρά για μια καλύτερη ζωή, χωρίς καμμία επιτυχία.

Και αυτοί οι οποίοι φεύγουν από τις χώρες τους (το λεγόμενο πρόβλημα των προσφύγων) προσπαθώντας να επιβιώσουν, φτάνοντας στις εξαθλιωμένες περιοχές των μεγάλων πόλεων του Βόρρα αποδεικύνουν επίσης ότι η φτώχια στις χώρες τους δεν είναι αποτέλεσμα τεμπελιάς. Διακινδυνεύουν την ζωή τους για να βρούν δουλειά και, αν είναι τυχεροί, γίνονται θύματα εκμετάλλευσης ενώ αν είναι άτυχοι απελάσσονται. Άλλοι παραμένουν σε εξαναγκασμένη αδράνεια, όχι επειδή η πείνα είναι λίγο ή πολύ ευχάριστη αλλά γιατί ο αποκλεισμός από τα μέσα παραγωγής κάνει ανέφικτη κάθε σημαντική προσπάθεια. Χρησιμοποιώντας τους κάποιοι ηθικολόγοι σαν παράδειγμα, εξηγούν την αθλιότητα τους – η οποία είναι το αποτέλεσμα της οικονομικής ανημποριάς τους – με την παθητικότητα και τον ξεπεσμό τους. Εναντίον τέτοιου κυνισμού θα βοηθούσε η εξής απλή σκέψη: κανένας δεν είναι τόσο τεμπέλης ώστε να προτιμάει να πεθάνει από την πείνα αντί να παράγει τα απαραίτητα αγαθά – αν υπήρχε μια βατή και επιτρεπομένη δυνατότητα.

3.
Για την ένδεια μεγάλου μέρους του πληθυσμού τους, τα κράτη του Τρίτου Κόσμου δεν είναι σε καμία περίπτωση αμέτοχα, δεν παθαίνουν κάτι το οποίο δεν θέλουν. Όταν υποδουλώνουν τους λαούς τους στην κυριαρχία της ατομικής ιδιοκτησίας, δεν ακολουθούν κάποιους εξαναγκασμούς προερχόμενους από την Αποικιοκρατεία, αλλά μόνο από τη δική τους σύγχρονη λογική του κράτους: Τα κράτη στηρίζονται για την πρόοδο της εξουσίας τους και του πλούτου τους στην παραγωγικότητα της φτώχιας. Σκόπιμα καθιστούν τους πολίτες τους εξαρτώμενους και έτσι τους περιορίζουν ώστε να προσφέρονται στους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής ως όργανα του κέρδους τους. Τα να κερδιζει κανείς χρήματα μέσω έμμισθης εργασίας πρέπει να είναι ο μοναδικος επιτρεπόμενος τρόπος να κερδίζει τα προς το ζην ο λαός, έτσι ώστε αφενός να τρέφεται από την εργασία του αλλά αφετέρου να αυξάνει τα χρηματικά κέρδη των ιδιοκτήτων των μέσων παραγωγής, από τα οποία επίσης παίρνει και το κράτος το μερίδιό του. Το εάν και το κατά πόσο αυτά τα προς το ζην πραγματοποιούνται, είναι φυσικά ένα άλλο θέμα. Αυτό δεν εξαρτάται από την επιθυμία του κράτους για όσο το δυνατόν πιο πολλή «απασχόληση», ούτε από την ανάγκη των πολιτών να βρουν εργασία για να κερδίσουν χρήματα. Το αν θα τους δοθούν ευκαιρίες, εξαρτάται από τους υπολογισμούς εκείνων στους οποίους ανήκουν τα μέσα παραγωγής: επιτρέπουν στους απόρους να εργάζονται, όσον αφορά την διάρκεια και τον μισθό, εφόσον η εργασία τους αυξάνει των πλούτο των ιδιοκτητών. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στους πάμφτωχους αγρότες που αγωνίζονται για την επιβίωση και τους σύγχρονους μισθωτούς εργάτες: Ο αγρότης χρησιμοποιεί το δικό του έδαφος και τα δικά του πενιχρά εργαλεία προς το συμφέρον του, ο μισθωτός εργάτης χρησιμοποιείται για τα ξένα συμφέροντα. Οι μη-κατέχοντες τα μέσα παραγωγής δεν έχουν τη δυνατότητα, ούτε με την εργατικότητα τους ούτε με την πρόθεση τους να ξεπουλήσουν την εργασία τους για ελάχιστα χρήματα, να αναγκάσουν την χρησιμοποίηση τους. Αυτό εξαρτάται αποκλειστικά από τις επιχειρήσεις των ιδιοκτητών, οι οποίες διαφέρουν από χώρα σε χώρα, στο σύνολό τους όμως είναι τέτοιες που μόνο ένα κλάσμα αυτών που ζητούν εργασία βρίσκει σε αυτές μία θέση.

4.
Στην εποχή μας τουλάχιστον, οι πραγματικοί «εργοδότες» είναι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε παγκόσμια κλίμακα. Συγκρίνουν παγκόσμια την απόδοση κεφαλαίου που μπορούν να προσμένουν απο τις επενδύσεις τους και επενδύουν παντού χωρίς προκαταλήψεις ακολουθώντας μόνο τη σκοπιά του μεγαλύτερου τους συμφέροντος - και έτσι ταξινομούν τον κόσμο.
Στις χώρες του λεγόμενου Τετάρτου Κόσμου - Σομαλία, Αιθιοπία κτλ. - τα διεθνή κερδοσκοπικά συμφέροντα δεν βρίσκουν σχέδον τίποτα εκμεταλλεύσιμο. Για το λόγο αυτό, σ’αυτές τις χώρες δεν υφίσταται καθόλου οικονομική ζωή: δεν υπάρχει καθόλου παραγωγή τουλάχιστον των απαραιτήτων και σχεδόν καθόλου επιβίωση. Φυσικά και αυτές οι περιοχές της γης δεν απαλάσσονται από τον κόσμο της ατομικής ιδιοκτησίας, στον οποίο κανείς μπορεί να αγοράσει τα πάντα αλλά και όλα πρέπει να αγοραστούν. Λίγα δολάρια μπορούν να κερδηθούν και εκεί, ενώ μπορεί κάποιος να πουλήσει κάτι - και σαν συνθήκη της δυνατότητας μελλοντικής επιχειρηματικότητας, η γη και τα άλλα υπάρχοντα πρέπει να είναι και να παραμείνουν ατομική ιδιοκτησία.
Στις χώρες, οι οποίες άδικα λέγονται "αναπτυσσόμενες", το οικονομικό συμφέρον στρέφεται ως επί το πλείστον στις ιδιαίτερες συνθήκες της φύσης: κεφάλαιο επενδύεται στην παραγωγή τροπικών φρούτων και εσπεριδοειδών για την διεθνή αγορά, των λεγόμενων «Cash Crops», στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου ή στην αξιοποίηση των φυσικών ομορφιών από την τουριστική βιομηχανία. Σ’αυτές τις περιπτώσεις αυτό που ξυπνά το ενδιαφέρον των διεθνών καπιταλιστών δεν είναι το εθνικό εργατικό δυναμικό αλλά οι ιδιαίτερες συνθήκες της φύσης. Εκτός από τους λίγους – οι οποίοι χρειάζονται στην μεταλλευτική βιομηχανία, στις φυτείες και για την εξυπηρέτηση των τουριστών, το διεθνές οικονομικό συμφέρον δεν χρειάζεται τον τοπικό πληθυσμό, ο οποίος μαζί με τον πληθυσμό των χώρων του Τετάρτου Κόσμου αποτελεί τον απόλυτο υπερπληθυσμό της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατίας.
Οι τόπικες κυβερνήσεις αναλαμβάνουν από τους ισχυρούς τους εταίρους του Βορρά την εντολή να περικλείσουν τα πλήθη τους - τα οποία φυτοζωούν - μέσα στις εθνικές εξαθλιωμένες περιοχές, ώστε να τα εμποδίσουν να μεταναστεύουν στο Βορρά και να γίνουν βάρος στο κράτος πρόνοιας εκεί.
Στις "αναδυόμενες αγορές", τα διεθνή επιχειρηματικά συγκροτήματα ανακαλύπτουν τμήματα του λαού τους ως φτηνούς εργαζόμενους, τους οποίους εκμεταλλεύονται επιπρόσθετα ή στη θέση των εργαζομένων των μητροπόλεων. Μετακινούν μέρη της παραγωγής τους στις χώρες με χαμηλούς μισθούς, εξάγοντας τον ταχύ ρυθμό εργασίας και την παραγωγικότητα που απομυζούν από τους εργαζόμενους της χώρας από την οποία προέρχονται, αλλά πληρώνοντας μόνο τους τοπικούς μισθούς πείνας. Οι «φτωχές» αναπτυσσόμενες χώρες συνεργάζονται. Καταπολεμάνε την κρατική φτώχεια τους, προετοιμάζοντας τους ανθρώπους τους ως ασυναγώνιστη φτήνη προσφόρα για το διεθνές κεφάλαιο, καταστέλλοντας κάθε αντίσταση κατά των άθλιων συνθηκών εργασίας. Και μ’αυτήν την προσφορά υπηρεσιών επιδιώκουν την επένδυση του εξωτερικού κεφαλαίου στις χώρες τους.
Αν πράγματι σε τέτοιες χώρες ανέρχονται κάποτε στην εξουσία εναλλακτικές κυβερνήσεις, που αντιλαμβάνονται την εθνική πρόοδο διαφορετικά και φαντάζονται έναν άλλο ρόλο για τον πληθυσμό τους από το να είναι η φτηνή προσφορά για το διεθνές κεφάλαιο, ο συνασπισμός των φιλελεύθερων παγκόσμιων δυνάμεων κάνει το παν για να επιφέρουν την αποτυχία τέτοιων κοινωνικών «πειραμάτων» - στην ανάγκη μέσω ένοπλης επέμβασης. Επίσης, στις αναδυόμενες αγορές, παρά τους χαμηλούς μισθούς, οι οποίοι κρατούνται χαμηλοί με εξωτερική και εσωτερική βία, μόνο μια μειονότητα βρίσκει μια σταθερή και τακτικά αμειβόμενη εργασία. Η πλειονότητα αποτελεί τις καπιταλιστικές εφεδρείες εργαζομένων, που έχει την τύχη να απασχοληθεί για περιορισμένα χρονικά διαστήματα, μόνο σε πολύ ιδιαίτερες φάσεις οικονομικής ανάπτυξης. Ή μπορούν να συγκαταλέγονται στον απόλυτο υπερπληθυσμό.
Όλα αυτά δεν είναι κατ'ουσία διαφορετικά στις δοξασμένες βιομηχανικές χώρες. Και σε αυτές, ένα μέρος της εργατιάς παραμένει διαρκώς χωρίς απασχόληση, και δεν απειλείται μόνο από την κατάπτωση στην αθλιότητα αλλά προσβάλλεται από αυτήν. Και στις χώρες με ψηλούς μισθούς, η φτώχεια είναι η βάση και η παραγωγική δύναμη της οικονομίας. Η κοινωνία μας αυτό το πρεσβεύει ασυγκάλυπτα, όσο ο πολιτικός κόσμος, οι ηγέτες της οικονομίας και αυτοί που δημιουργούν την κοινωνική γνώμη μοιρολογούν ότι οι μισθοί είναι υπερβολικοί, όταν αποδίδουν την οικονομική κρίση και τα ελλείμματα στον κρατικό προϋπολογισμό, την χρεοκοπία των ασφαλιστικών ταμείων και την ανεργία στους ψηλούς μισθούς και θέλουν να κατανικήσουν όλα αυτά μέσω της μείωσης των μισθών. Οι ειδήμονες δεν έχουν κανένα πρόβλημα να ομολογήσουν ότι τα πλούτη αυτής της κοινωνίας βασίζονται στην φτώχεια των εργαζομένων. Απεναντίας, παραπονούνται ότι δεν υπάρχει ακόμα αρκετή φτώχεια.
Παγκόσμια η πλειονότητα των ανθρώπων, λόγω της βίας των συνθηκών, οδηγείται σε προλεταριακή ύπαρξη χωρίς όμως να υπάρχει ζήτηση για προλετάριους. Το κεφάλαιο, με την ζήτηση εργασίας εκ μέρους του, αποφασίζει αν μπορούν να ζήσουν ή όχι τα δισεκατομμύρια ανθρώπων χωρίς ιδιοκτησία. Ορίζει ποιοι άνθρωποι έχουν δικαίωμα ζωής, γιατί είναι απαραίτητοι για τα κέρδη του και ποιοι άνθρωποι είναι σύμφωνα με κάθε έγκυρο μέτρο άχρηστοι, περιττοί και τίποτε άλλο πέρα από επιβάρυνση.

Επίλογος
Ελπίζουμε ότι η απάντηση είναι ικανοποιητική, επειδή η ερώτηση για τον λόγο της φτώχειας στις αναπτυσσόμενες χώρες περιέχει μια παγίδα – αν κάποιος κάνει αυτήν την ερώτηση δεν είναι σαφές, αν αυτός ρωτάει για τον λόγο της φτώχειας ή για τον λόγο της εξαιρετικά μεγάλης φτώχειας. Στη δεύτερη περίπτωση, η υπερβολική φτώχεια αποτελεί σκάνδαλο το οποίο είναι αξιό κριτικής, και ο λόγος που αναζητείται είναι ο λόγος της απόκλισης από την κανονική φτώχεια. Αυτή η εκδοχή της ερώτησης είναι δημοφιλής στα κινήματα αλληλεγύης, στις ομάδες ενάντια στην παγκοσμιοποίηση καθώς και στις χριστιανικές εκκλησίες με τους εράνους τους. Πράγματι η διαφορά όσον αφορά την υγεία, τον προσδοκούμενο χρόνο ζωής και το βιοτικό επίπεδο είναι τεράστια: στον Τρίτο Κόσμο οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα ενώ στον Πρώτο παρακολουθούν το θάνατο τους στην έγχρωμη τηλεόραση τους και χαίρονται που είναι καλά, τουλάχιστον σε σύγκριση με αυτούς. Μερικοί μισθωτοί εργάτες του βορρά έχουν μάλιστα ακόμα και τα λεφτά για να πάνε ταξίδια στις γραφικές φτωχές περιοχές και περνάνε πλουσιοπάροχα με το επίδομα αδείας τους. Ωστόσο αυτό δεν αλλάζει την οικονομική θέση τους – την οποία επίσης μοιράζονται με τους φουκαράδες από τους οποίους εξυπηρετούνται στις διακοπές τους. Η διαφορά προκύπτει βάση της ταυτότητας τους: και οι δυο μπορούν να ζήσουν μόνο αν ζουν για το κεφάλαιο. Για το λόγο αυτό, οι μεν κερδίζουν ένα μισθό από τον οποίο μπορούν κακήν κακώς να ζήσουν και οι δε λιμοκτονούν.
Σε κάθε περίπτωση, όποιος θεωρεί την ύπαρξη υπερβολικής φτώχειας στον Τρίτο Κόσμο ως ουσιαστικό σκάνδαλο, οδηγείται σε μία άλλη κατεύθυνση. Συγκρίνει την κατάσταση των θυμάτων του κεφαλαίου και βρίσκει άδικη την “ψαλίδα” μεταξύ βορρά και νότου. Κατ' αυτό το τρόπο, ο μισθωτός εργάτης του Πρώτου Κόσμου φαίνεται πλούσιος, γιατί συγκρίνεται με τον φουκαρά του Τρίτου Κόσμου – αντίστροφα αυτός εμφανίζεται ως φτωχός μόνο μέσω της σύγκρισης. Η διαμαρτυρία που βασίζεται σε αυτό το τρόπο σύγκρισης και απαιτεί αντιστάθμιση των καταστάσεων, καταλήγει πολύ μετριόφρονη: θεωρεί το βιοτικό επίπεδο φτηνών μισθωτών εργατών ως πραγματική, πιθανόν μη αναγκαία πολυτέλεια - και δεν επιθυμεί για τους φτωχούς στο νότο, με τους οποίους τάσσεται αλληλέγγυα, τίποτε περισσότερο από την απελπιστική «στοιχειώδη επιβίωση», που καταστράφηκε από την εισβολή της παγκόσμιας οικονομίας στις χώρες τους. Η σύγκριση της φτώχειας εδώ και εκεί επιβάλλει, ρητά ή υπονοούμενα, το κριτήριο της ικανότητας για ζωή ή επιβίωση - σ’αυτόν τον κόσμο του πλούτου, στον οποίο θα μπορούσαν να υπάρχουν αρκετά και ακόμα περισσότερα από αρκετά, από όλα.
Όποιος λοιπόν κηρύσσει ως σκάνδαλο όχι τις εκβιασμένες συνθήκες διαβίωσηςτων απανταχού μισθωτών εργάτων, αλλά αντίθετα θέλει να εξηγήσει τον βαθμό της αθλιότητας στον Τρίτο Κόσμο,διαχωρίζει μία κεφαλαιοκρατία που λειτουργεί κανονικά από μία άλλη ελλειμματική, που στον νότο δεν λειτουργεί, που είναι ανώμαλη, και ρωτάει γιατί στις αναπτυσσόμενες χώρες λείπει αυτό που έχουν οι χώρες του βορρά. Πραγματικά τίποτα δεν είναι ανώμαλο σε όλα αυτά. Πουθενά δεν είναι γραμμένο, ότι το κεφάλαιο πρέπει να χρησιμοποιήσει τους ανθρώπους - ή τουλάχιστον την πλειονότητα των ανθρώπων - τους οποίους υποδουλώνει υπό τους κανόνες του, για τον πολλαπλασιασμό των χρημάτων του. Σε παγκόσμια κλίμακα αυτό σίγουρα είναι η εξαίρεση. Τίποτε δε λείπει από το νότο, όσον αφορά τον παγκόσμιο οικονομικό ρόλο, τον οποίο παίζει στον παγκόσμιο καπιταλισμό, επειδή κανένας δεν είχε υποσχεθεί τίποτε περισσότερο από το ότι η ατομική ιδιοκτησία πρώτα μονοπωλεί όλες τις συνθήκες παραγωγής και ζωής και μετά αποφασίζει τι μπορεί να γίνει κάτω αυτές τις συνθήκες για τον πολλαπλασιασμό της.

Αν στις αναπτυσσόμενες χώρες ένας ελλειπής καπιταλισμός είναι δήθεν ο λόγος της ιδιαιτέρως μεγάλης φτώχειας - τότε η κεφαλαιοκρατία ξεπέρασε τις δυσκολίες. Με τις συγκρίσεις της φτώχειας εδώ κι εκεί, ο γενικός λόγος για την φτώχεια διαψεύδεται και δημιουργείται μία καλή γνώμη για το καπιταλιστικό σύστημα της εκμετάλλευσης, επειδή όποιος πιστεύει ότι του νότου του λείπει κάτι για να πάει η ζωή εκεί τόσο καλά όσο και στον βορρά, ξέρει κιόλας τι του λείπει: το κεφάλαιο, αυτό το απαραίτητο "ελιξίριο της ζωής" για την ανθρωπότητα. Άρα, η αθλιότητα δεν ωφείλεται στην κυριαρχία του κεφαλαίου αλλά στην έλλειψη κεφαλαίου. Και όποιος στρέφεται στην λανθασμένη ερώτηση, «γιατί το κεφάλαιο δεν διαμοιράζεται ομοιόμορφα σ’ολόκληρο τον κόσμο, γιατί δεν ευχαριστεί και τον νότο, ο οποίος το χρειάζεται τόσο επειγόντως», απαντώντας καταλήγει σε χίλιων ειδών αποτελέσματα. Στην απαρίθμηση ιδιαιτέρων ιστορικών συνθηκών, οι οποίες δήθεν εμποδίζουν μία «υγιή» εξέλιξη του νότου, είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς ποιά είναι αποφασιστική: η αποικιοκρατία, η τρέχουσα αξία, η κακή διακυβέρνηση, ο προστατευτισμός, το κερδισμένο προβάδισμα του βορρά; Αλλά τι σχέση έχουν όλα αυτά με την αιτία της φτώχειας;

Επί τη ευκαιρία, είναι δυνατόν να αντιστραφεί αυτή η σύγκριση. Τα αφεντικά στην Γερμανία, Αυστρία, Ελλάδα κτλ. λένε στους μισθωτούς εργάτες τους, ότι είναι πολύ ακριβοί για τα κέρδη τους και ότι στην Τσεχία, στην Πορτογαλία και ακόμη περισσότερο στην Νοτιοανατολική Ασία κάνουν την ίδια δουλειά πάρα πολύ φτηνότερα. Άλλοι λαοί δουλεύουν περισσότερες ώρες και μάλιστα για λιγότερα χρήματα - και αυτό λειτουργεί! Για αυτό, πάει εκεί το κεφάλαιο, και οι εργάτες έχουν μόνο τους εαυτούς τους να κατηγορήσουν ότι φταίνε αυτοί για τη ναεργία, επειδή δεν είναι αρκετά ευέλικτοι ώστε να μην αναμορφώνουν το βιοτικό τους επίπεδο ως προς τον Τρίτο Κόσμο. Στο μεταξύ, το επίπεδο των μισθών στο Βορρά, έχει μία λανθασμένη εξέλιξη, η οποία πρέπει να διορθωθεί, και το πρότυπο είναι η φτώχεια στον Τρίτο Κόσμο!
Πραγματικά, πάντα είναι το ίδιο: Το καπιταλιστικό σύστημα ιδιοκτησίας κάνει τους ανθρώπους ανίκανους να φροντίσουν την δική τους ζωή, αναγκάζει τους πάντες να αναζητούν την τύχη τους προσπαθώντας να εξυπηρετήσουν το κεφάλαιο. Ενώ οι λάτρεις της κοινωνικής δικαιοσύνης συγκρίνουν τις συνθήκες ζωής κάτω από τους κανόνες του κεφαλαίου εδώ και εκεί, το κεφάλαιο συγκρίνει πραγματικά τους λαούς με το μέτρο της απόδοσης και του χαμηλότερου κόστους - δηλαδή βάζει λόγια στον έναν εναντίον του άλλου. Μόνο όταν οι άνθρωποι εκβιάζονται πλήρως απ' αυτό το σύστημα και κανένας δεν μπορεί να ζήσει αν δεν δουλέψει για το κεφάλαιο, τότε μπορούμε να δούμε την κατάσταση διαφορετικά - όποιος θέλει να ζήσει, χρειάζεται κεφάλαιο.